10 Σεπ “Προπόνηση το καλοκαίρι” του Δρόσου Βενετούλη
Ένα από τα βάσανα των δρομέων είναι το τρέξιμο σε συνθήκες υψηλής υγρασίας. Ο λόγος είναι ότι οι προπονήσεις ολοκληρώνονται με δυσκολία, η απόδοση είναι ιδιαίτερα χαμηλή, οπότε αποφεύγουν να τρέχουν σε συνθήκες υψηλής θερμοκρασίας και υγρασίας. Η κατανόηση όμως της φυσιολογίας μάς προτρέπει να αναζητήσουμε τις προσαρμογές που απορρέουν από την άσκηση σε τέτοιες συνθήκες.
Σε αυξημένη θερμοκρασία η μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου μειώνεται κατά 5%, ενώ σε συνδυασμό αυξημένης θερμοκρασίας και υψηλής υγρασίας η μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου μειώνεται κατά 12%. Η καρδιά αναγκάζεται να εκτελεί επιπλέον έργο, προκειμένου να διατηρήσει τη θερμοκρασία του σώματος σε χαμηλά επίπεδα. Η υψηλή υγρασία του περιβάλλοντος εμποδίζει την εξάτμιση του ιδρώτα, ώστε να ψύξει το σώμα με αποτέλεσμα ο ιδρώτας να παραμένει στο δέρμα υπό μορφή σταγόνων. Αν ο δρομέας επιμείνει στο πρόγραμμά του σε τέτοιες δυσμενείς συνθήκες τα οφέλη που θα αποκομίσει είναι σημαντικά για το μέλλον. Ο όγκος αίματος αυξάνεται, όπως και η ικανότητα εφίδρωσης, χαμηλότερη θερμοκρασία του σώματος και αυξημένη ικανότητα μεταφοράς ουσιών στους μυς είναι μερικές μόνο από τις προσαρμογές που ακολουθούν. Το σώμα γίνεται πιο αποτελεσματικό στη θερμορύθμιση και σε σκληρότερες συνθήκες σε απαιτητικούς αγώνες κατά τους χειμερινούς μήνες.
Αν και είναι λογικό οι καλύτερα προπονημένοι δρομείς να απαντούν καλύτερα στο ανωτέρω περιγραφόμενο στρες, εντούτοις δεν είναι έτσι. Η συμπεριφορά του σώματος στις κλιματικές αλλαγές εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως η μάζα του σώματος, το ποσοστό λίπους, ο βαθμός εφίδρωσης και γενετικοί παράγοντες, οι οποίοι διαφέρουν μεταξύ των ατόμων.
Οι αναγκαίες προσαρμογές απαιτούν χρονικό διάστημα τουλάχιστον δύο εβδομάδων συχνής προπόνησης, με ιδιαίτερη σημασία στη σωστή ενυδάτωση. Η ποσότητα των χορηγούμενων υγρών εξαρτάται από το βαθμό της εφίδρωσης. Η δίψα είναι ο σωστός οδηγός, αλλά και το ζύγισμα πριν και μετά την προπόνηση ή τον αγώνα είναι επίσης ένας αδρός δείκτης των αναγκών του σώματος για υγρά. Για κάθε 500 γραμμάρια που χάνονται απαιτούνται δύο ποτήρια νερό. Μισό ή ένα ποτήρι νερό κάθε είκοσι λεφτά είναι μια δοκιμασμένη, καλή τακτική ενυδάτωσης. Επίσης, μικρή ποσότητα άλατος—περίπου ένα τρίτο κουταλάκι του γλυκού κάθε μία ώρα—είναι απαραίτητο για να αναπληρώσει ο δρομέας τις απώλειες άλατος από τον ιδρώτα.
Επειδή το σώμα εργάζεται σκληρά σε τέτοιες συνθήκες, περισσότερες θερμίδες και ηλεκτρολύτες χρειάζονται, καθώς και συχνές στάσεις σε σκιερές περιοχές, επειδή ο κίνδυνος της θερμικής βλάβης καραδοκεί. Δέκα μέρες καθημερινής προπόνησης αυξάνουν τον όγκο και τη ροή του πλάσματος, το οποίο μεταφέρει περισσότερα και αποτελεσματικότερα τα θρεπτικά συστατικά στα κύτταρα των μυών. Σε συνθήκες αγώνα κατά τους χειμερινούς μήνες, όπου η θερμοκρασία και η υγρασία είναι χαμηλότερες αυτός ο αυξημένος όγκος πλάσματος αποτελεί τις εφεδρείες για να ικανοποιηθεί η αυξημένη ζήτηση των υπερλειτουργούντων μυών, αφού δε δαπανάται για τη διαδικασία της θερμορύθμισης. Αυτό συμβαίνει επειδή λιγότερο αίμα παροχετεύεται προς το δέρμα. Επομένως, οι δρομείς δεν πρέπει να αποθαρρύνονται όταν βλέπουν την απόδοσή τους να μειώνεται σε συνθήκες αυξημένης θερμοκρασίας και υγρασίας. Η δυσκολία είναι επιθυμητή, επειδή τους δίνει πλεονέκτημα για τον χειμώνα.
Συμπερασματικά, φαίνεται ότι η προπόνηση κατά τις μεσημεριανές ώρες, αν και μπορεί να είναι δυσάρεστη, κάνει ευκολότερο τον αγώνα.
Δρόσος Βενετούλης
Πνευμονολόγος, Δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου, Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά.