«Οι κίνδυνοι κατά τον Μαραθώνιο» του Δρόσου Βενετούλη
6098
post-template-default,single,single-post,postid-6098,single-format-standard,bridge-core-3.3.1,qode-optimizer-1.0.4,qode-page-transition-enabled,ajax_fade,page_not_loaded,,qode_grid_1300,footer_responsive_adv,hide_top_bar_on_mobile_header,qode-child-theme-ver-1.0.0,qode-theme-ver-30.8.2,qode-theme-bridge,qode_header_in_grid,wpb-js-composer js-comp-ver-8.0,vc_responsive
 

«Οι κίνδυνοι κατά τον Μαραθώνιο» του Δρόσου Βενετούλη

«Οι κίνδυνοι κατά τον Μαραθώνιο» του Δρόσου Βενετούλη

Αν και οι ωφέλιμες επιδράσεις της προπόνησης αντοχής είναι αδιαμφισβήτητες ο Μαραθώνιος αποτελεί μια πρόκληση για τον οργανισμό και ο κίνδυνος είναι πάντα παρών. Η επιβάρυνση της καρδιάς του ενήλικα μαραθωνοδρόμου παραμένει ένα αντιφατικό θέμα, ιδιαίτερα σε ορισμένες ομάδες δρομέων. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει η ομάδα των νεοεμφανιζόμενων δρομέων μετά τα σαράντα, οι οποίοι έχουν ανεπαρκώς προετοιμαστεί για μια τέτοια επιβάρυνση. Μια καρδιά, η οποία δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένη για την επιβάρυνση του αγώνα και δοκιμάζεται πέραν των δυνατοτήτων της. Αυτή η υπέρβαση σε ορισμένα, ευαίσθητα, άτομα μπορεί να οδηγήσει σε αρρυθμίες, κολπική μαρμαρυγή, ισχαιμία και καρδιακή ανακοπή κατά τη διάρκεια του αγώνα.

Έχει παρατηρηθεί ότι και έμπειροι μαραθωνοδρόμοι, άνω των πενήντα, οι οποίοι έχουν πραγματοποιήσει περισσότερους από πέντε μαραθωνίους τα τελευταία τρία χρόνια, παρουσιάζουν αυξημένο ποσοστό αθηρωμάτωσης στα στεφανιαία αγγεία τους. Ταυτόχρονα όμως έχουν και αυξημένη διάμετρο των στεφανιαίων, καθώς και αγγειοδιασταλτική ικανότητα, οι οποίες αντισταθμίζουν, πιθανότατα, τη στένωση, λόγω αθηρωμάτωσης. Επομένως, οι αυξημένες εφεδρείες της στεφανιαίας ροής (αγγειοδιαστολή) και η αυξημένη πυκνότητα του τριχοειδικού δικτύου του μυοκαρδίου (παράπλευρη κυκλοφορία) αντισταθμίζουν την αρτηριακή δυσκαμψία, που οφείλεται σε αθηρωματικές πλάκες και αυξάνουν την ανεκτικότητα της καρδιάς στην ισχαιμία. Επιπλέον, το ενδοθήλιο, ο χιτώνας δηλαδή, ο οποίος καλύπτει το εσωτερικό τοίχωμα των αγγείων, παράγει αγγειοδιασταλτικές και αντιπηκτικές ουσίες, που συμβάλλουν θεαματικά στην αγγειοδιαστολή, τη μείωση της αρτηριακής πίεσης, και βελτιώνουν τις ρεολογικές ιδιότητες του αίματος.

Σε έναν προπονημένο, ερασιτέχνη δρομέα οι κοιλότητες της καρδιάς αυξάνουν σε μέγεθος, ώστε να υποδέχονται και να εξωθούν μεγαλύτερο όγκο αίματος, ενώ το πάχος του μυοκαρδίου είναι φυσιολογικό, χωρίς υπερτροφία. Σε ορισμένους, ελίτ, αθλητές το πάχος του μυοκαρδίου μεγαλώνει ακόμη περισσότερο και οδηγεί σε αυτό που λέμε αθλητική καρδιά. Αυτό που δεν είναι γνωστό και απαιτεί περεταίρω έρευνα, είναι αν η αθλητική καρδιά σε άτομα άνω των πενήντα ετών μπορεί να είναι αίτιο αρρυθμιών. Η αθλητική καρδιά των δρομέων διαφέρει από την υπερτροφία του μυοκαρδίου που συμβαίνει σε αθλητές δύναμης (body builders), όπου η υπερτροφία του μυοκαρδίου προκαλεί στένωση των κοιλοτήτων, με απώτερες επιπλοκές υπέρταση και μυοκαρδιοπάθεια.

Η έντονα παρατεταμένη αυξημένη καρδιακή παροχή του μαραθωνοδρόμου προκαλεί ένα στρες υπερδιάτασης και καταστροφής των ινών του μυοκαρδίου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση ενζύμων-δεικτών της βλάβης, αμέσως μετά τον αγώνα, η οποία είναι πλήρως αναστρέψιμη τις επόμενες μέρες, χωρίς να αφήνει υπολειπόμενη βλάβη. Αντίθετα, μάλιστα, δομείται πιο υγιές μυοκάρδιο. Σε ορισμένα, όμως, ευαίσθητα άτομα παραμένει υπολειπόμενη βλάβη υπό μορφή ουλών. Οι ουλές, ιδιαίτερα των δεξιών κοιλοτήτων της καρδιάς, προκαλούν διαταραχές στο ηλεκτρικό σύστημα αγωγής, με συνέπεια την εμφάνιση αρρυθμιών. Η συστηματική φλεγμονή, επίσης, λόγω παράλληλης φλεγμονής των μυών, έχει ως συνέπεια την απελευθέρωση φλεγμονωδών ουσιών, οι οποίες δρουν συστηματικά σε όλα τα όργανα και στο ενδοθήλιο των αγγείων. Αποτέλεσμα είναι η φλεγμονή ολόκληρου του οργανισμού και η σκλήρυνση των αγγείων.

Κεφαλαιώδους σημασίας είναι η περίοδος ξεκούρασης, δηλαδή ικανού χρόνου, ώστε να υποχωρήσει η φλεγμονή και να αναδομηθεί ο οργανισμός. Συμπερασματικά, αν και οι προσαρμογές της άσκησης αντοχής διαμορφώνουν ένα υγιές καρδιοκυκλοφορικό σύστημα, δηλαδή: βελτίωση της ενδοθηλιακής λειτουργίας, της στεφανιαίας ροής, της ανεκτικότητας στην ισχαιμία του μυοκαρδίου, την πυκνότητα του τριχοειδικού αγγείου, μείωση της αρτηριακής πίεσης και της αρτηριακής δυσκαμψίας, η πολύ υψηλή δόση άσκησης σε συνδυασμό με ανεπαρκή ξεκούραση μπορεί να προκαλέσει κινδύνους, οι οποίοι δεν είναι αμελητέοι.

Δρόσος Βενετούλης

Πνευμονολόγος, Δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου, Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά.